Τα τελευταία χρόνια, έπειτα από ολόκληρες δεκαετίες σιγής, ξεκίνησε ξανά να φωτίζεται μια μάλλον ξεχασμένη "σκοτεινή" περίοδος της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Πρόκειται για τα εμφυλιοπολεμικά χρόνια 1944 - 1949, τα οποία εισήγαγαν τη χώρα σε μια εποχή για την οποία θα έπρεπε να ντρεπόμαστε περισσότερο, παρά να ικανοποιούμαστε. Ο εμφύλιος πόλεμος και το αποτέλεσμά του, υπήρξαν η ταφόπλακα για την πραγματική ελευθερία μιας χώρας η οποία βρήκε τελικά τη διέξοδό της, μέσα από τη νομιμοφροσύνη, στα δίχτυα της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Μιας χώρας αμήχανης μπροστά στο ειδεχθές έκτρωμα του αγγλοαμερικανικού συμμαχικού άξονα, που μέχρι σήμερα βρίσκεται στο προσκήνιο, εξοντώνοντας λαούς και έθνη.
Μιλώντας για εμφύλιο πόλεμο (και όχι για "συμμοριτοπόλεμο", όπως τον αποκαλούν οι θιασώτες της νομιμόφρονος κοινοβουλευτικής κυβέρνησης κέντρου και δεξιάς), πρέπει εξ' αρχής να κάνω μια παραδοχή. Η προσέγγιση που επιχειρώ, είναι πλήρως απαγγιστρωμένη από εκατέρωθεν ιδεολογικά σχήματα και ελεύθερη πολύ περισσότερο από τις αγκυλώσεις που κληροδότησε η ταραγμένη αυτή περίοδος στις μετέπειτα γενιές. Έτσι, θεωρώ ακριβή τη διαπίστωση ότι η είσοδος της Ελλάδας στην οδυνηρή αυτή περιπέτεια υπήρξε αποτέλεσμα της βαθμιαίας κατολίσθησης της χώρας και της ανεπάρκειας τόσο της κυβέρνησης να συγκρατήσει τα δεξιά ένοπλα τμήματα, όσο και του ΚΚΕ να κάνει το ίδιο για τα δικά του ένοπλα τμήματα. Σε αντίθεση με την προπαγάνδα δεξιών και αριστερών, η οποία συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, σύμφωνα με την οποία εκατέρωθεν υπήρξαν "προδότες". Από τη μία υπήρξε η νόμιμη κυβέρνηση (με τη βοήθεια του ξένου παράγοντα που ανέφερα πιο πάνω, και ειδικά της στρατιωτικής βοήθειας της Αμερικής από το 1947 και έπειτα) που υποστηριζόταν από τη δεξιά και τα συντηρητικά στοιχεία, και από την άλλη μια Αριστερά που επιδίωξε να κινηθεί με τη βοήθεια επίσης εξωγενών στοιχείων, απέναντι στη νομιμότητα της κυβέρνησης, ώστε να κομμουνιστικοποιήσει τη χώρα.
Όμως τώρα, χρόνια μετά, είναι ανάγκη, όσοι πραγματικά βλέπουν το ζήτημα από ψηλά, και όχι από δίπλα, να πουν επιτέλους πως πίσω από τον "ιδεολογικό" χαρακτήρα της ένοπλης σύγκρουσης, πίσω από το δίπολο "Αριστεράς" και "Δεξιάς", που εκπροσωπούσαν - και συνεχίζουν ανεγκέφαλα να υποστηρίζουν - πλανεμένοι χιλιάδες Έλληνες, υπήρξε ένα συμφέρον. Εκείνο των Μεγάλων Δυνάμεων, που ενεπλάκησαν με ευθύνη και των δύο πλευρών, σπρώχνοντας σε μια αλληλοσφαγή Ελλήνων, για να επικρατήσει η τάξη και η ασφάλεια, στον φιλελεύθερο δυτικό κόσμο που είχε μόλις δημιουργηθεί. Χωρίς λοιπόν να λησμονεί κανείς την προσπάθεια του ΚΚΕ να στραφεί απέναντι στην εδαφική κυριαρχία της Ελλάδας, θα πρέπει να γίνει επίσης γνωστή και η σχέση της χώρας με την "παραδοσιακή προστάτιδα δύναμή της", τη Βρετανία, και τη διάδοχό της μετά το 1947 Αμερική. Τους "καρπούς" αυτής της "φιλίας" απολαμβάνουμε σήμερα, όντας μη ελεύθεροι αλλά δεσμευμένοι στην καπιταλιστική τυραννία.
Η νίκη του "Εθνικού Στρατού", όσο και να δυσκολεύονται να το πιστέψουν και να το αποδεχτούν οι τυφλωμένοι από παροξυσμό δεξιοί και ακροδεξιοί, υπήρξε χωρίς αμφιβολία μια επικράτηση της φιλελεύθερης δυτικού τύπου αστικής δημοκρατίας, απέναντι σε έναν κομμουνιστικό ολοκληρωτισμό. Σφραγίδα της οδυνηρής αυτής σελίδας υπήρξε η ένταξη της Ελλάδας στην Βορειοατλαντική Συμμαχία και το 1953 η ελληνοαμερικανική συμφωνία - προδοσία, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα παρείχε στην Αμερική το δικαίωμα να χρησιμοποιεί η κυβέρνηση εδάφη και επικοινωνίες, όπως και να κατασκευάζει στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Η παρουσία της Αμερικής στα ελληνικά πράγματα σηματοδότησε μια νέα σκλαβιά, μια θηλιά από τη Δύση, νανουρίζοντας τον ελληνικό λαό με το πρόσχημα της ψευδαίσθησης περί "διατήρησης της εδαφικής ακεραιότητας" της χώρας.
Οπλισμένος με την απαιτούμενη καθαρή ματιά, ξερνάω στα μούτρα των νομιμοφρόνων της καρκινικής δεξιάς, όσο και σε αυτά των ανθελλήνων αριστερής προέλευσης, προτάσσοντας μέσα από τα "κονσερβοκούτια" και τα "βρωμοκούμμουνα", τη διάθεση για επικράτηση ενός υγιούς επαναστατικού πνεύματος, ενός τρίτου πόλου αποϊδεολογικοποίησης των Ελλήνων από τα δόγματα που δεκαετίες εξοστρακίζουν τη λογική και παράγουν ένα ανώφελο μίσος, κάνοντας τον πραγματικό εχθρό, να τρίβει τα χέρια του από ικανοποίηση.