Σε όλο τον κόσμο, κάθε λογής ΜΜΕ προσπαθούν να "βιδώσουν" τους ανθρώπους στους καναπέδες τους και να τους μετατρέψουν σε άβουλα όντα. Τα ΜΜΕ ακόμη κι όταν παρουσιάζουν σκηνές από δράση μέσα στην Φύση (αυτό είναι το θέμα μας στο παρόν σημείωμα) δημιουργούν δολίως την πεποίθηση πως αυτά είναι για άλλους, όχι για τον κάθε ένα τηλεθεατή, αναγνώστη ή ακροατή... Παρόλα αυτά εκατομμύρια άνθρωποι σπάνε τα δεσμά και βγαίνουν έξω από τη φυλακή τους και επιστρέφουν στην Μητέρα Φύση. Ακόμη περισσότερο ένα μεγάλο μέρος από αυτούς τους ανθρώπους δεν επιστρέφουν στην Φύση απλώς αλλά κάνουν επικίνδυνα πράγματα σε αυτήν: ανεβαίνουν σε βουνά, πηδάνε με αλεξίπτωτα, καταδύονται σε λίμνες και θάλασσες. Οπότε φυσιολογικά γεννιέται το ερώτημα: τι τους κάνει να παρατάνε τις ανέσεις και το σπιτάκι τους για να ταλαιπωρηθούν και να κινδυνεύσουν. Το ερώτημα αυτό έχει απασχολήσει τον γράφοντα αρκετά... και η καλύτερη απάντηση που έχει δοθεί (νομίζω) πως είναι η παρακάτω:
"Γιατί το κάνουμε;"
Το σημείωμα αυτό ξεκίνησα να το γράφω ξαπλωμένος στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου. Στο πόδι μου έχουν φυτέψει 7 βίδες και 1 λάμα, είναι πρησμένο και πονάει όλο το κορμί μου. Το πόδι μου έχει συντριπτικό κάταγμα έξω σφυρού. Το έσπασα σε ένα φαράγγι. Δεν έφτανε ότι το έσπασα αλλά αναγκάστηκα να κινηθώ με σπασμένο πόδι σε ένα μεγάλο κομμάτι του φαραγγιού. Και επανέρχεται το μεγάλο ερώτημα, όχι από εμένα αλλά από γνωστούς και φίλους που δεν ξέρουν, δεν καταλαβαίνουν γιατί το κάνουμε.
Το ερώτημα αυτό το έχω θέσει φυσικά κι εγώ όχι μόνο στον εαυτό μου αλλά και σε άλλους ανθρώπους που ζουν την περιπέτεια στη φύση. Γιατί το κάνουμε… Δυστυχώς κανείς δεν έχει δώσει μία απάντηση και μάλλον ούτε κι εγώ θα τα καταφέρω..
Το τι κάνει ανθρώπους σαν κι εμάς, με λίγο ως πολύ λυμένα τα βιοποριστικά τους προβλήματα - γιατί εάν δεν τα έχεις λύσει, μόνο τα… extreme sports δεν σε ενδιαφέρουν - να αφήνουν την άνεση και την καλοπέρασή τους και να ανεβαίνουν σε βουνά που αγγίζουν τα όρια του διαστήματος, να ριψοκινδυνεύουν σε ορθοπλαγιές που προκαλούν δέος, να τρέχουν σαν τρελοί να περάσουν κάτω από κορνίζες χιονιού, να κατεβαίνουν με «καρυδότσουφλα» αφρισμένα ποτάμια, να χάνουν το φως του ήλιου για μέρες σφηνωμένοι χιλιόμετρα μέσα στη γη και άλλα… περίεργα και υγιεινά, είναι ένα ενδιαφέρον ερώτημα.
Πριν χρόνια ένας από τους ανθρώπους που κάνει σπηλαιοκαταδύσεις, όταν του είχα κάνει αυτήν την ερώτηση δεν μου είχε δώσει καμιά απάντηση. Το μόνο που μου είχε πει ήταν «και εσύ γιατί το κάνεις;» εννοώντας φυσικά πως εγώ δεν έπρεπε να ρωτάω. Ήξερα…
Η απάντηση γιατί «είναι εκεί» προσωπικά δεν με καλύπτει. Κι άλλα πράγματα είναι εκεί αλλά σε μας δεν κάνουν «κλικ» ώστε να ασχοληθούμε μαζί τους. Η μόνη απάντηση που προσωπικά έχω βρει είναι μέσα στην ίδια την φύση του ανθρώπου. Η (δική μου) απάντηση φυσικά και δεν είναι παρά ένα μόνο μέρος της (όλης) απάντησης και φυσικά δεν διεκδικεί τον τίτλο της από καθ’ έδρας απόλυτης τέτοιας.
Η φύση λοιπόν του ανθρώπου αποτελείται (κατ’ εμένα) στην βάση της από ένα βιολογικό υπόβαθρο το οποίο ό,τι και να γίνει δεν μπορούμε να ξεφύγουμε! Πάνω σε αυτό μπορούμε να χτίσουμε οτιδήποτε, αλλά το βιολογικό υπόβαθρο δεν αλλάζει. Ποιο είναι αυτό; Μα ενός θηλαστικού που έπρεπε να μάχεται για να επιβιώσει ενάντια σε πολύ καλύτερα εξοπλισμένους εχθρούς. Κι ύστερα έπρεπε να μάχεται για να υπερασπίζεται τις πηγές του νερού από άλλους ανθρώπους, τους κυνηγότοπους του, τα χωράφια του…
Επόμενο λογικό βήμα: να ορίσουμε τι είναι μάχη; Μάχη (κατ’ εμένα πάλι) είναι η κατάσταση στην οποία ο άνθρωπος φτάνει στα όρια του και υπάρχουν πολύ σοβαρές πιθανότητες να πεθάνει, να τραυματιστεί σοβαρά κλπ κλπ. Κάποιοι άνθρωποι είναι απλά από την ίδια τη φύση τους μαχητές, άρα πρέπει να σπρώχνουν τον εαυτό τους στα όρια. Κι όπως ένας μαχητής χωρίς εχθρούς μαραζώνει, σβήνει σιγά σιγά από ανία, γίνεται σαν φυτό χωρίς νερό και ήλιο, έτσι κι ο άνθρωπος που δεν φτάνει τον εαυτό του στα όρια (ενώ το έχει ανάγκη) επίσης μαραζώνει... Ταυτόχρονα ένας μαχητής (ή άνθρωπος που φτάνει στα όρια) συνήθως δεν λειτουργεί μόνος του αλλά σε συνεργασία με άλλους ανθρώπους.
Επί χιλιάδες χρόνια ο άνθρωπος είχε βρει τον πόλεμο ως τον συναρπαστικότερο τρόπο για να καλύψει αυτήν την ανάγκη του για μάχη, για τα όρια που αναζητούσε. Κάποιοι τυχεροί μπόρεσαν να την καλύψουν με την εξερεύνηση. Τα τελευταία εκατό διακόσια χρόνια προστέθηκε ο αθλητισμός (στον οποίο με τα χρόνια προστέθηκαν τόσοι και τόσοι κανόνες ώστε έπαψε να είναι μια οριακή μάχη – συγκρίνετε την πυγμαχία πριν από διακόσια χρόνια που οι αγώνες κατέληγαν συχνά σε βαρείς τραυματισμούς ή και θανάτους με την πυγμαχία σήμερα όπου οι αθλητές φορούν γάντια, προστατευτικά στα δόντια και μάσκες. Ή το ζίου-ζι-τσου που κατέληξε στο πολύ πιο ...εξευγενισμένο τζούντο).
Τι μένει λοιπόν; Πού ο άνθρωπος μπορεί να φτάσει τον εαυτό του στα όρια; Πού αλλού παρά σε κάθε μέρος και σε κάθε στιγμή που το ψιθύρισμα του θανάτου σιγανοτραγουδά στα αυτιά μας; Πού μπορεί να βρει την κυριολεκτικότερη ερμηνεία η λέξη «σύντροφος» παρά μέσα σε μια χιονότρυπα ενώ έξω μαίνεται η χιονοθύελλα, με το λιτό σπαρτιατικό γεύμα σ’ ένα στενό πατάρι, με το μοίρασμα ενός υπνόσακου σε κάποιο μπιβουάκ βαθιά μέσα στην γη. Σε κάθε μέρος που το ενδιαφέρον για τον άλλο δεν είναι ακαδημαϊκό αλλά βασική προϋπόθεση και για την δική σου επιβίωση…
Το άρθρο το τελειώνω επτά μήνες μετά το ατύχημα. Το πόδι μου το έσπασα στις 8 Αυγούστου. Στις 8 Ιανουαρίου έκανα το πρώτο μου φαράγγι μετά τον τραυματισμό μου. Μετά από πέντε ακριβώς μήνες, ήταν η πρώτη φορά που ένοιωσα τόσο ζωντανός. Για μένα, γι’ αυτό το κάνουμε…"
Έτσι λοιπόν ο συντάκτης του παραπάνω δίνει μια άλλη οπτική στο κίνημα του φουτουρισμού... Το ζειν επικινδύνως αποκτά ένα ακόμη πεδίο για να αναπτυχθεί ... Μέχρι την στιγμή που ο Πόλεμος θα ξαναπάρει τη ρεβάνς...
Δημήτρης Κόκκινος
περιοδικό "Μηδέν Τελεία", τεύχος 1
ΥΓ. Έχετε αναρωτηθεί γιατί είναι τόσο λίγοι οι νέγροι που ασχολούνται με extreme sports και ας έχουν την οικονομική δυνατότητα για να ασχοληθούν (προσωπικά δεν ξέρω κανέναν γνωστό, τουλάχιστον) Τυχαίο; Δεν νομίζω ...