Μπορείς να νομίσεις και να πιστέψεις ό,τι θες. Μπορείς να δεις τις όμορφες εικόνες αυτού του κόσμου, και να προσπεράσεις τις άσχημες, που όμως - κι εδώ είναι που μπαίνει το "δυστυχώς" - είναι οι πραγματικές. Όσο μικραίνεις τον κόσμο σου, τόσο ομορφαίνει, ωστόσο παράλληλα, απομακρύνεται η αλήθεια. Όσο όμως περισσότερο λατρέψεις την αλήθεια, τόσο πιο πολύ θα απομακρύνεσαι από αυτά που σου δίνουν τη χαρά και τόσο πιο αβάσταχτος θα είναι ο πόνος. Προφήτης, ενός κόσμου που όλοι μοιραία θα τον δοκιμάσουν. Άσχετα με το ποιος είναι ο καθένας, αργά ή γρήγορα το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο για όλους. Η ουσιαστική διαφορά όμως, που σε κάνει να ξεχωρίζεις από τους υπόλοιπους, είναι ότι επέλεξες να ζήσεις το δικό τους μέλλον από τώρα ήδη στο δικό σου παρόν, αυτό που θα έρθει για όλους αύριο να είναι για σένα το "σήμερα". Κι όσο βαρύ κι αν είναι το φορτίο της καθαρής πραγματικότητας, στο τέλος αλλά και κατά τη διάρκεια δεν θα σε λυπηθεί κανείς, ούτε θα αναγνωρίσει το πόσα αξίζεις. Γιατί θα ήταν άτοπο να ψάχνεις την συμπόνια από αυτούς που θεωρείς αδύναμους, όπως και την αναγνώριση από αυτούς που θεωρείς ανόητους και ανήθικους. Ποιοι μένουν λοιπόν; Μένουν αυτοί που βλέπουν - ή μπορούν να πιστέψουν και να δουν - το ίδιο με σένα. Οπότε δεν είσαι μόνος.
Ημέρα Δεύτερη: η διαδρομή
Ο εαυτός μας είναι το όχημα, και ο δρόμος είναι η ζωή μας. Άσφαλτος, χώμα, κίνηση, στροφές, όλα αυτά είναι ο δρόμος. Δεν αρκεί να το αφήσεις μόνο του γιατί σιγά σιγά το αυτοκίνητο θα σταματήσει, βεβαίως, στην κατηφόρα είναι πιο εύκολο. Αλλά δεν είναι η ζωή πάντα κατηφόρα και ξεγνοιασιά. Είναι κι ανήφορος, ειδικά αν θες να κάνεις βήματα μπροστά. Αυτό είναι οι ανάγκες και οι στόχοι. Ο δρόμος έχει στροφές, μεγάλες ή μικρές, απότομες ή γνωστές από την διαδρομή. Αυτά είναι τα προβλήματα. Αν ήταν όλα έτσι όμως, η ζωή θα ήταν μια διαδρομή, ευχάριστη και προσιτή. Ο δρόμος όμως έχει κι άλλα δύο δεδομένα. Μπορεί εύκολα να τον χάσεις, και να ακολουθήσεις έναν λάθος, κι η επιστροφή μετά από λίγο να φαντάζει αδύνατη. Αλλά είναι και κάτι άλλο. Ο δρόμος έχει και εμπόδια. Εμπόδια που μπορείς να παρακάμψεις αλλά καμιά φορά, είναι καταστροφικά. Εμπόδια για τα οποία δεν υπάρχει σήμανση, δεν υπάρχει καμία προειδοποίηση είτε είναι μέρα είτε νύχτα, είτε είσαι κουρασμένος ή όχι. Εμπόδια που μπορούν να κάνουν κακό στο όχημα. Ο εαυτός μας είναι το όχημα.
Σε αυτό που κάνουμε η ζωή που δε ζήσαμε και θέλουμε να ζήσουμε είναι η ανηφόρα - το παρόν, η μουσική, η πλάκα και η παρέα είναι η κατηφόρα, τα προβλήματα είναι οι στροφές, και κάποιοι άνθρωποι ή καταστάσεις είναι τα εμπόδια. Άνθρωποι που φρέναραν απότομα την ορμή μας, επειδή πετάχτηκαν ανατρέποντας όλα τα δεδομένα. Έχεις οδηγήσει μετά από την σύγκρουση, ή έστω την παρ' ολίγον σύγκρουση, με ένα εμπόδιο; Θυμάσαι τι διάθεση είχες; Αυτή είναι η διάθεση που σου δημιούργησαν αυτοί στους οποίους πιθανόν πίστεψες και μπορεί να σε απογοήτευσαν. Δεν είναι αλήθεια αν πεις ότι καταλαβαίνεις πλήρως τους ανθρώπους, κι ότι έχεις επαρκή εμπειρία. Άσε και στην άκρη την περίοδο που ήταν η αρχή, κι έκανες τα λάθη μόνος σου. Όταν έμαθες λοιπόν, αν δεν έβρισκες τα εμπόδια - την προδοσία - τώρα θα είχες προχωρήσει πολύ. Κι αν έχεις μάθει, η πορεία σου τώρα θα είναι ταχύτατη, αλλά σιγά μην είναι. Και όλοι αυτοί, που πούλησαν, ή που μάλλον είχαν ξεπουλήσει από την στιγμή που γεννήθηκαν - γιατί είναι η φύση του καθενός που αποκαλύπτεται στο τέλος - αυτά που εσύ λατρεύεις, μπορεί να σου έκαναν τη μεγαλύτερη ζημιά.
Να είσαι σίγουρος για δύο πράγματα λοιπόν. Πρώτον, ότι εμπόδια θα βρίσκεις πάντα μπροστά σου και δεύτερον, ότι ο δρόμος είναι δικός σου κι ότι κανείς δεν θα σταματήσει την διαδρομή σου. Κανείς δεν μπορεί να χαράξει την πορεία, πέρα από εσένα.
Ημέρα Τρίτη: η "επιτυχία" της νέας ζωής
Πάντοτε οι άνθρωποι κινδύνευαν, υπέφεραν, πονούσαν, αρρώσταιναν, πέθαιναν νέοι. Πάντοτε οι άνθρωποι έχαναν τους δικούς τους, πολεμούσαν σε άγριες μάχες, έτρωγαν με τα χέρια από τη γη, και η τεχνολογία που χρησιμοποιούσαν ήταν συνήθως το μαχαίρι και τίποτε άλλο. Η γυναίκα γεννούσε και το παιδί πέθαινε, ο άντρας σφαζόταν από άλλους πιο δυνατούς. Απρόσμενα, χωρίς να κάνουν κάτι. Όπως τα ζώα μεταξύ τους. Στα εκατομμύρια χρόνια των σπηλαίων, στις μερικές χιλιάδες έτη του απλού πολιτισμού, υπάρχουν ελάχιστες δεκαετίες, που για εμάς τους ζωντανούς είναι μια ολόκληρη ζωή, που οι άνθρωποι ξεπέρασαν με θαυμάσιο τρόπο τα προβλήματά τους.
Σήμερα είναι εξαιρετικά σπάνιο να σε δαγκώσει φίδι ή σκορπιός ή να σε φάει λύκος ή λιοντάρι. Σήμερα επίσης όταν πεινάσεις τρως, κι όταν αρρωστήσεις σου δίνουν φάρμακα και δεν πεθαίνεις από μια γρίπη. Σήμερα δεν πολεμάς με το ακόντιο και δεν υπάρχει περίπτωση να σε βασανίσουν με ακρωτηριασμούς και άλλα χειρότερα. Και εκτός από όλα αυτά, σήμερα έχεις και επιπλέον ανέσεις, τρόπους ψυχαγωγίας και διασκέδασης, στοιχεία απεριόριστης ελευθερίας στον κόσμο που ζεις, ευκαιρίες για μια αρμονική ζωή. Οι γυναίκες είναι πιο όμορφες, οι άντρες λιγότερο βάρβαροι και πιο ευγενικοί, οι άνθρωποι συνεννοούνται με επαρκή λογική και σίγουρα σαφώς καλύτερα σε σχέση με το παρελθόν. Ας αφήσουμε όμως τις προβλέψεις για το μέλλον (οικολογική καταστροφή, κοινωνική παρακμή). Ας πούμε ότι ο κόσμος δε θα αλλάξει προς το χειρότερο.
Σήμερα οι άνθρωποι γελούν λιγότερο από ότι γελούσαν οι πρόγονοί τους. Σήμερα οι άνθρωποι είναι δυστυχισμένοι διότι η χαρά για το κινητό με πλήκτρα αφής ήταν στιγμιαία, όπως όλα τα υπόλοιπα. Σήμερα οι άνθρωποι, παρ' ότι μπορούν να ταξιδέψουν εύκολα και γρήγορα και με ασφάλεια μέχρι την Ιαπωνία, και από εκεί να μιλήσουν άνετα με όποιον άνθρωπο θέλουν στον πλανήτη, δεν επικοινωνούν πραγματικά. Δεν μιλούν, δεν έχουν φίλους, δεν έχουν κανέναν δικό τους άνθρωπο.
Ημέρα Τέταρτη: απόψε πέθανα
Απόψε πέθανα. Όχι ως συνήθως υποθετικά, δεν σκέφτηκα δηλαδή το πώς θα ήταν να πεθάνω, όπως το έκανα πολλές φορές παλιότερα, κι εσείς ίσως το έχετε κάνει αυτό κάποια στιγμή. Δεν φαντάστηκα έναν θάνατο από τροχαίο, ή στον ένοπλο αγώνα, ή από τα μαχαίρια των εχθρών μου, νύχτα, στον δρόμο μοναχός. Δεν φαντάστηκα μία ανίατη αρρώστια ή ένα δυστυχές συμβάν που θα μου έδινε την ευκαιρία να δω λίγο γρηγορότερα το «μετά». Αυτό συνέβαινε ως τώρα, τις στιγμές της αναζήτησης και της απαξίωσης. Απόψε όμως πέθανα κανονικά.
Δε θα πω τι υπάρχει μετά το θάνατο διότι δεν έχει νόημα, αφού σε όλους θα γίνει γνωστό κάποια στιγμή, οπότε δεν θα φλυαρήσω άσκοπα. Θα διηγηθώ ωστόσο τις σκέψεις που με κυρίευσαν για αυτά που άφησα πίσω.
Σκέφτηκα τη ζωή που έζησα και δε μετάνιωσα για αυτά που έκανα, όμως μετάνιωσα για εκείνα που δεν κατάφερα να κάνω. Μετάνιωσα για τις στιγμές του συμβιβασμού μου, που πάντα υποχωρούσα λίγο για να εξασφαλίσω λίγο το κοντινό αύριο που ποτέ δεν ερχόταν - διότι πάντοτε υπάρχει ένα άπιαστο κοντινό αύριο στην ίδια σταθερή απόσταση με το αιώνιο παρόν. Μετάνιωσα γιατί θα ήθελα να αγωνιστώ πολύ περισσότερο - να ζήσω εκείνες τις στιγμές του ιδρώτα και του χαμόγελου ξανά και ξανά με τους συντρόφους μου. Μετάνιωσα γιατί σκέφτηκα πολλές φορές τον φίλο μου στη φυλακή, αλλά δεν ενδιαφέρθηκα όσο έπρεπε να κάνω τα ελάχιστα. Ίσως αν γύρναγα πίσω στην ζωή να του έστελνα ένα γράμμα, ή να τον επισκεπτόμουν μια φορά, όχι για να του μιλήσω, αλλά για να τον ακούσω. Μετάνιωσα γιατί φοβήθηκα να αγαπήσω πολύ. Αγάπησα, αλλά όχι αρκετά, γιατί επηρεάστηκα από τον εγωισμό μου και από εκείνους που όλα τα θεωρούν καχύποπτα, μάλλον επειδή εκείνοι είναι οι ύποπτοι.
Μετάνιωσα γιατί κάποια στιγμή παράτησα το παιχνίδι. Όχι εκείνο που παίζαμε μικροί, αλλά εκείνο που ακολουθεί κάθε ζωντανό άνθρωπο, τη διαδικασία της καταμέτρησης πραγμάτων και καταστάσεων. Σταμάτησα, γιατί έχασα το ενδιαφέρον μου και έτσι συνήθισα να ζω χωρίς ενδιαφέρον, όπως οι πολλοί. Αν ξαναζούσα πάλι, θα άρχισα να ξεχωρίζω, σαν παιχνίδι, τους καλούς από τους κακούς, τους ειλικρινείς από τους ψεύτικους, τους καλούς συντρόφους από τους κενούς. Θα αγωνιζόμουν με θάρρος και ακατάπαυστη ενέργεια, με στόχο τα πάντα και με έπαθλο το τιμημένο τίποτα, σαν το παιδί που χτίζει σπιτάκια στην άμμο, που πολεμάει με ξύλινα όπλα, που κηρύττει ολοκληρωτικό πόλεμο σε όλη την Οικουμένη.
Άμα ξαναζούσα θα επέλεγα εγώ ο ίδιος τον θάνατό μου, όχι απαραίτητα, με έναν άμεσο τρόπο και σίγουρα όχι με την εξασφάλιση μιας ευημερίας και ασφάλειας. Πολύ απλά, θα επέλεγα να πεθάνω όρθιος, ελεύθερος, δυνατός, μαχόμενος, ερωτευμένος, έχοντας δώσει πολλά εκεί που πρέπει χωρίς ανταμοιβή - όπως πρέπει, με γέλιο στο πρόσωπο και δάκρυα στα μάτια, και με ανθρώπους που θα άφηνα πίσω, όχι για να κλάψουν για μένα, αλλά για να συνεχίσουν αυτοί για μένα.
Ημέρα Πέμπτη: απόδραση από τη φυλακή των ονείρων
Από τότε που γεννήθηκα έως τότε που θα πεθάνω, κάποιοι φρόντισαν για μένα όπως ακριβώς και για τους υπόλοιπους του μεγάλου πληθυσμού, να με ελέγχουν και να μου επιβάλουν το άδικο δικό τους. Τα όριά μου είναι πλασματικά – μπορώ βεβαίως να αποκτήσω αγαθά ή να δημιουργήσω σώμα και πνεύμα, μπορώ να ταξιδέψω ακόμα και στο διάστημα όμως, δεν είναι πρόβλημα απλά οι σύγχρονες αντιξοότητες που συναντάει κάποιος στην προσπάθεια για βελτίωση, ούτε λύση οι παραπάνω επιτυχίες. Ακόμα κι αν προσπεράσω για πάντα τον σύγχρονο τρόπο ζωής, ο οποίος κρύβει πολλές ύπουλες παγίδες και λαβύρινθους χωρίς έξοδο, υπάρχει πάντοτε ένα μάτι το οποίο ελέγχει αυτούς που έχουν την διάθεση να είναι ανεξέλεγκτοι και αληθινά ελεύθεροι.
Αυτό το μάτι, που πειραματίζεται με την βιολογία και την ψυχολογία όλων μας, αναγνωρίζει σε κάθε ξεχωριστή προσωπικότητα έναν επικείμενο κίνδυνο. Και δεν μιλάει κάποιος για χτύπημα στην ρίζα του «κακού», της αμφισβήτησης δηλαδή, αλλά καταστροφή του σπόρου της αντίστασης από την στιγμή που αυτός εντοπιστεί. Ακόμα κι αν παίξεις με τιμιότατους όρους, που έτσι κι αλλιώς με τέτοιους όρους θα παίξεις, το μεγάλο μάτι της εξουσίας θα φροντίσει να σε τσακίσει από την αρχή, ή πιο μοντέρνα θα ρίξει διαλυτικό πάνω σου και θα σε εκφυλίσει. Εννοούμε, για να μην μιλάμε θεωρητικά, ότι ακόμα κι αν προσπαθήσεις με την καλύτερη των προθέσεων, και με τα χέρια σου καθαρά και ανοιχτά, να φτιάξεις κάτι σωστό στην κοινωνία που ανήκεις, το οποίο δεν θα είναι απειλή ή καταστροφή, αλλά ανώτερο πνεύμα δικαιοσύνης και ανθρώπινης προόδου, τότε η εξουσία θα φροντίσει με τους απλούστερους μηχανισμούς της να υποβαθμίσει αυτό που δημιούργησες και στην ουσία να το αφανίσει. Από την άλλη, άμα όλα αυτά τα κρατάς μέσα σου, θα πάνε και χαμένα, σαν να μην υπήρξανε ποτέ.
Οπότε, αδερφέ στο αίμα και σύντροφε στην μάχη, ασπάσου την φιλοσοφία της απόδρασης. Δεν φτάνει η δίψα, ούτε οι προσπάθειες. Γιατί αν το σκεφτείς, δεν είναι μια απλή απόδραση που έτσι κι αλλιώς είναι κάτι το εξαιρετικά δύσκολο. Κι αν το καλοσκεφτείς ακόμα περισσότερο και σε μια σωστότερη διάσταση, τελικά είμαστε εκείνοι οι ελάχιστοι που αποδράσαν από την φυλακή ωστόσο επιστρέφουν σε αυτή και στρέφονται μάλιστα εναντίον της, στην προσπάθεια να την γκρεμίσουν και να απελευθερωθούν όλοι οι φυλακισμένοι. Ναι, αυτό είμαστε τελικά.
Ημέρα Έκτη: η υπόσχεση του Επαναστάτη
Βλέπω ανθρώπους να επευφημούν άλλους ανθρώπους για την πίστη τους σε αρχές και παραδόσεις. Αυτοί οι άνθρωποι, διατηρούν όσο μπορούν τα στοιχεία εκείνα που οι πρόγονοί τους φρόντισαν να τους μεταλαμπαδεύσουν χωρίς να μεταμορφωθούν όπως συνηθίζει ο σύγχρονος άνθρωπος. Αυτή η αίσθηση, δεν μπορεί να είναι τίποτε περισσότερο από μια έκφραση συμπάθειας. Μια σύγκριση με τον μέσο μαλάκα διπλανό μου κι όχι ένα λαμπρό παράδειγμα – ούτε καν παράδειγμα. Γιατί εγώ δεν είμαι μια λαμπάδα φωτός, είμαι πύρινη λαίλαπα. Ίσως να είναι πιο έξυπνο, να πείσω τους κοινούς πολλούς να ακολουθήσουν αυτή την στάση, επειδή από την πλειοψηφία δεν μπορείς να περιμένεις ιδιαίτερη ποιότητα. Να διατηρούν δηλαδή ακέραιες τις αρχές τους και σταθερό τρόπο ζωής. Αλλά εγώ αυτή την στιγμή είμαι άλλο.
Δεν είμαι ούτε καν ένας από τους 300 του Λεωνίδα. Θα ήμουν, αν είχα μια υγιή πολιτεία πίσω μου να εκδικηθεί από τον θάνατό μου, θα ήμουν αν είχα υγιείς κοινότητες Ελλήνων να εμπνευστούν από την θυσία μου. Τώρα όμως είμαι κάτι άλλο.
Είμαι η αντίσταση με τα χίλια πρόσωπα, ο αντάρτης χωρίς όνομα, η σκιά μου, η ανάσα μου. Δεν αναλώνομαι σε τήρηση κανόνων και αρχών, καίω και χτίζω και ξανακαίω και ξανακτίζω. Δεν είμαι παράδειγμα για τους πολλούς, αλλά για τους ελάχιστους μεταξύ των ελαχίστων, που μπορούν να κάνουν θαύματα.
Είμαι η ελπίδα και στις ελπίδες μέσα δεν υπάρχουν συναισθηματισμοί, γιατί οι συναισθηματισμοί κυοφόρησαν την ελπίδα, όχι το αντίστροφο. Έτσι λοιπόν αφήνω πίσω τα γλυκά πολλά για τα πικρά λίγα. Κι αν εσύ δεν το καταλαβαίνεις, γίνε έστω λαμπάδα μήπως και σε συμπαθήσω.
Ημέρα Έβδομη: η πικρή διαπίστωση
Είναι δεδομένο ότι σε κάθε σχεδόν ανθρώπινη ύπαρξη βρίσκει κανείς την ισχυρή πεποίθηση ότι αποτελεί σημείο έλξης δυστυχίας που την κάνουν να αντιμετωπίζει δυσκολότερες συνθήκες από ότι θα έπρεπε. Αυτό ισχύει και στις περισσότερες κοινωνικές ομάδες. Στην πραγματικότητα, υπάρχει πάντοτε κάποιος που πρωτοστατεί στην οποιαδήποτε βαθμίδα, κι ας δηλώνουν οι περισσότεροι λανθασμένα πρωταγωνιστές.
Σήμερα δυστυχώς αναλαμβάνουμε τα πρωτεία όχι μόνο στις στατιστικές που απασχολούν τα media και τις κυβερνήσεις, αλλά σε ένα δυσοίωνο μέλλον που γρήγορα πλησιάζει. Η νοοτροπία του μετρίου που στην ουσία ήταν ένα τίποτα, ήταν πάντοτε η νοοτροπία που μας ακολουθούσε ως κοινωνία κατά την πάροδο των ετών. Ποτέ δεν ήμασταν αυτό που θα απαιτούσε η στοιχειώδης ανεξαρτησία και αυτοσυντήρηση, και η έλλειψη στόχου αλλά και αξιοκρατίας ήταν τα συστατικά εκείνα που κλόνισαν οποιοδήποτε πλάνο επιβίωσης.
Πάντοτε ήμασταν λίγο το ένα και λίγο το άλλο, λίγο κορόιδα και λίγο πανούργοι. Πάντοτε ήμασταν τόσο ανεξέλεγκτοι όσο και ελεγχόμενα στρατιωτάκια. Ποτέ δεν μας έφταναν αυτά που έχουμε, όπως και ποτέ δεν προσπαθήσαμε να πετύχουμε τους σκοπούς μας.
Ως έθνος μάθαμε να έχουμε το logo και τις απαιτήσεις του δυτικού κόσμου, ενώ σε πολλά ήμασταν όπως οι ανατολικοί. Οι δυτικοί όμως είχαν τις παροχές και το σύστημα, οι ανατολικοί την σπιρτάδα και την δίψα για εξέλιξη. Είναι σαν το κακομαθημένο και παραπλανημένο παιδί που αντιγράφει τα αρνητικά από τους γονείς του, γιατί φαινομενικά αυτά το βολεύουν, και φυσικά τα βρίσκει μπροστά του. Απουσίας όλων αυτών, δεν θα μπορούσαμε να ελπίζουμε σε κάτι ευοίωνο αλλά όπως είπαμε και νωρίτερα, το μέλλον είναι σαφώς δυσοίωνο. Και σήμερα, που ο κόσμος απασχολείται με σοβαρότατα θέματα που η εξέλιξή τους θα ταρακουνήσει τον πλανήτη κυριολεκτικά, υπάρχει και η σκέψη που λέει «τα έχουμε όλα, έχουμε και τους μαλάκες τους Έλληνες». Έτσι λοιπόν, οι παρακατιανοί της γειτονιάς του κόσμου, οι Έλληνες, είναι ανάξιοι σεβασμού για τους Άγγλους και Αμερικανούς επιχειρηματίες, χλευάζονται από τους Κινέζους και Ιάπωνες εργαζόμενους, και υστερούν εμφανώς σε σχέση με τους Ρώσους και Πολωνούς μάγκες.
Είναι πράγματι δύσκολο να σκεφτεί κανείς τι πρόσωπο θα έχει αυτό το Έθνος στο μέλλον, αν τελικά υπάρχει, και κυρίως με ποιον τρόπο θα οδηγηθεί σε αυτή την μελλοντική του μορφή. Διότι με την σημερινή του εικόνα, θα πρέπει να θεωρηθεί από τώρα νεκρός οργανισμός.
Κ.Κ
Μηδέν Τελεία, τεύχος 0
Χειμώνας 2011