Πολλοί έχουν ασχοληθεί με την πρόδηλη ποιοτική διαφορά της προ της Χούντας διακυβέρνησης Καραμανλή με αυτήν της Μεταπολίτευσης. Έχουν φτάσει μάλιστα να θεωρούν ότι «άλλος ο Καραμανλής της ΕΡΕ κι άλλος εκείνος της ΝΔ». Ο ίδιος φυσικά έχει απαντήσει σ’ αυτό, χαρακτηρίζοντάς το περίπου ως γελοίο, όμως η απορία παραμένει. Τι είχε αλλάξει και ο Καραμανλής αποφάσισε στη δεύτερη περίοδό του – εκείνη του «Εθνάρχη» - ν’ ακολουθήσει μ’ ευλάβεια το πρότυπο της «ευνομούμενης» Αστικής Δημοκρατίας δυτικού τύπου, σε αντίθεση με την πρώτη του περίοδο όπου έδρασε περισσότερο ως Ύπατος Αρμοστής της Βρετανικής Αυτοκρατορίας σε αφρικανική χώρα;
Η απάντηση χρειάζεται αρκετή ανάλυση, όμως εν συντομία σχετίζεται με τον νέο σχεδιασμό, σε ό,τι αφορά την περιοχή μας, που μπήκε σε κίνηση με την Μεταπολίτευση του ’74 και περιλάμβανε την τελική απορρόφηση του ελληνικού γεωπολιτικού χώρου σε μια ευρωπαϊκή υπερεθνική οντότητα, υπό συνθήκες αποικίας χρέους και χωρίς καμμία κυριαρχία ή έλεγχο του ελληνικού λαού στην ίδια την αυλή του. Ίσως όλα αυτά να φαντάζουν σε κάποιους ως «συνωμοσιολογίες», όμως έχω ακούσει τον ίδιο τον Κ. Καραμανλή, σε συζήτηση στη βουλή το 1977 με αντίπαλο τον Α. Παπανδρέου, περί του θέματος της ένταξης της χώρας στην τότε ΕΟΚ, να ομολογεί ευθαρσώς ότι «η χώρα βρίσκεται υπό το κράτος των Μεγάλων Δυνάμεων, τα τελευταία εκατό χρόνια», επαιρόμενος ωστόσο ότι «με την ένταξή μας στην ΕΟΚ, επιτέλους θα καταστούμε ισότιμοί τους». Τώρα λοιπόν το αν είναι δυνατόν μια χώρα που βρίσκεται υπό το κράτος ξένων δυνάμεων να έχει ξαφνικά αποκτήσει την κυριαρχία της εν μία νυκτί και χωρίς κάποια ουσιαστική λαϊκή επανάσταση, αυτό ας το απαντήσει ο καθένας για τον εαυτό του. Η προσωπική μου οπτική είναι πως σ’ ένα κοινοβούλιο μιας πραγματικά ανεξάρτητης χώρας, αυτή η ίδια παραδοχή από έναν πρωθυπουργό, θα τον έφερνε αντιμέτωπο με το εκτελεστικό απόσπασμα, ή στην καλύτερη περίπτωση σε γειτονικό κελί με τον Γ. Παπαδόπουλο, «όταν λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια».
Εφόσον όμως έχουμε την παραδοχή ενός Πρωθυπουργού, ο οποίος ομολογεί πως κυβέρνησε μια χώρα ελέω ξένου παράγοντα, ενώ δεν υπάρχει κανένα απολύτως στοιχείο ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις έπαψαν ξαφνικά να παίζουν κυρίαρχο ρόλο στα πολιτικά μας πράγματα, μπορεί κανείς βάσιμα να συμπεράνει πως οι εξελίξεις της Μεταπολίτευσης ούτε αυθόρμητες ήταν, ούτε τυχαίες, ούτε πολύ περισσότερο αποτελούσαν πραγματικές επιλογές του «κυρίαρχου λαού». Ας μην ξεχνάμε για παράδειγμα ότι η πλειοψηφία του ελληνικού λαού απαιτούσε την ίδια εποχή «Έξω απ’ την ΕΟΚ, έξω απ’ το ΝΑΤΟ (το ίδιο συνδικάτο)» και πως ουδέποτε τόλμησε οποιοσδήποτε να ρωτήσει τους Έλληνες για το θέμα αυτό, μέσα από ένα δημοψήφισμα ας πούμε.
Από την άλλη πλευρά, δεν ξέρω πόσοι θα ήταν πρόθυμοι να πιστέψουν πως ο Κων/νος Καραμανλής ήταν τόσο αφελής ως πολιτικός και ως άνθρωπος, ώστε να πιστεύει στα σοβαρά ότι οι Μεγάλες Ευρωπαϊκές Δυνάμεις – έθνη που στήριξαν την ισχύ τους στην αποικιοκρατία και στην σκληρή ιμπεριαλιστική ποδηγέτηση των πιο αδύναμων – θα μπορούσαν ποτέ να δεχτούν έναν απ’ τους μόνιμους υποτακτικούς τους (κατά δική του δήλωση) ως ισότιμο μέλος της «οικογένειάς» τους. Η θέασή μου επ’ αυτού είναι ότι μάλλον τούτη η περιλάλητη «Ισότιμη Συμμετοχή» στο ευρωπαϊκό υπερεθνικό αυτοκρατορικό μόρφωμα, υπήρξε ο υπέρτατος Ευσεβής Μύθος, ο οποίος σερβιρίστηκε ζεστός στα χρόνια της 3ης Δημοκρατίας και ταΐστηκε με το κουτάλι στους Έλληνες (Ελλαδίτες και Κύπριους) για όλες τις επόμενες δεκαετίες, Μύθος που οδήγησε αρκετά αργότερα, στην φενάκη της «Ισχυρής Ελλάδας των Ολυμπιακών Αγώνων» (και των ποδοσφαιρικών δαφνών, κατά παράξενη, όσο και ύποπτη σύμπτωση).
Όπως και να έχει, ήταν από τη φύση του παράδοξο το γεγονός ότι μέσα σε ελάχιστα χρόνια μετά την πτώση (ή αντικατάσταση αν προτιμάτε) της Χούντας, μια χώρα υπανάπτυκτη και χωρίς στοιχειώδεις υποδομές, μια χώρα που ακόμη χρωστούσε και πλήρωνε για δεύτερη φορά τα προπολεμικά της δάνεια, ξαφνικά έγινε δεκτή μετά βαΐων και κλάδων σε μια ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, ως «ισότιμο μέλος». Πολλοί είχαν δει εκείνη την εποχή, ότι κάτι δεν πήγαινε καλά μ’ όλο αυτό, όμως το πολιτικό σύστημα είχε τον τρόπο – μέσω της χυδαίας κολακείας του θυμικού ενός λαού που είχε μάθει να βλέπει τον εαυτό του ως περιθωριακό επαρχιώτη και μέσω της φρούδας υπόσχεσης του εύκολου πλουτισμού εκ των ευρωπαϊκών κονδυλίων – να κάνει τους περισσότερους σταδιακά να ξεχάσουν τις όποιες ενστάσεις τους και να καταπιούν σιγά σιγά έναν ακόμη μεγαλοϊδεατισμό, λησμονώντας την άτεγκτη ιστορική μνήμη, που διδάσκει πως κάθε Μεγάλη Ιδέα στην οποία πιστεύουν οι Έλληνες, ακολουθείται νομοτελειακά από μια εξίσου μεγάλη εθνική καταστροφή. Ο θείος Αδόλφος το είχε πει: «Ο λαός έχει μια αχανή ικανότητα να ξεχνάει ό,τι θέλεις εσύ να ξεχάσει και να θυμάται μόνο όσα θέλεις εσύ να θυμάται». Αρκεί να έχεις τα μέσα, την τεχνογνωσία και τους κατάλληλους ανθρώπους για να το επιτύχεις. Και το ξενοκίνητο πολιτικό σύστημα τα διέθετε όλα σε μεγάλη πληθώρα…
"Προσχήματα της δημοκρατίας: ο υπέρτατος μύθος"
Όττο Μέγα Χάος, περιοδικό Μηδέν Τελεία
(συνεχίζεται...)
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου